Στὸν Ἅγιο Νικόλαο Καλλισίων ὁ Γέροντας εἶχε νοικιάσει ἕνα ἀγρόκτημα ἀπὸ τὴν Ἱ. Μ. Πεντέλης. Ἕνας ἄνθρωπος προσπαθοῦσε μὲ διάφορα τεχνάσματα νὰ διώξει τὸν Γέροντα ἀπὸ τὸ κτῆμα, γιὰ νὰ τὸ ἀγοράσει αὐτός. Ὁ π. Πορφύριος ὅμως δὲν ἤθελε νὰ φύγει ἀπὸ ἐκεῖ, ὁπότε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔφτασε σὲ ἀπειλὲς καὶ βιαιοπραγίες ἐναντίον του.
Μία μέρα μάλιστα πῆγε στὰ Καλλίσια καὶ τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὰ γένεια καὶ τὸν τραβοῦσε. Ὁ Γέροντας δὲν τοῦ εἶπε οὔτε μία λέξη οὔτε καὶ μήνυση τοῦ ἔκανε γι’ αὐτό.
Ὕστερα ἀπὸ ἕνα μήνα πῆγε ἡ γυναίκα του καὶ παρεκάλεσε τὸν Γέροντα νὰ συγχωρέσει τὸν ἄντρα της, διότι εἶχε τρελαθεῖ καὶ ἦταν στὸ νοσοκομεῖο.
Ὁ διάβολος, ποὺ ὤθησε αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο νὰ συμπεριφερθεῖ τόσο ἄπρεπα πρὸς τὸν Γέροντα Πορφύριο, σάλεψε προφανῶς τὴν ψυχικὴ ἰσορροπία του ὁδηγώντας τον στὴν ψυχικὴ διαταραχή (συνηθισμένη πρακτικὴ τοῦ διαβόλου). Αὐτὸς ποὺ κάνει τὸ κακό, κατὰ κάποιον τρόπο παραχωρεῖ στὸ πονηρὸ πνεῦμα κάποια ἐξουσία πάνω του.
Μαθητεύοντας στον Γέροντα Πορφύριο, σελ. 71