Περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ: “Ἕνας ἡσυχαστὴς τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν καρδιὰ τῆς πόλης …” Μέρος ΣΤ


Περιοδικό Σύναξη, τεύχος 117ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ ΜΕΧΡΙΣ ΕΣΧΑΤΩΝ

Ἐξαιρετικῆς σημασίας θεωρῶ μιὰν ἰδιαίτερη προσφορὰ τοῦ γέροντα Πορφυρίου, ἡ ὁποία δὲν ἀποκλείω νὰ εἶναι καὶ ἡ πλέον δυσανάγνωστη. Στὸν Πορφύριο ἀποδίδονται πλήθη ἰάσεων, κι ὅμως πιστεύω πὼς ἂν ὁ Πορφύριος ἰδωθεῖ ὡς θεραπευτὴς τότε δὲν θὰ γίνει κατανοητός. Τί ἐννοῶ; Ὑπάρχει ἕνα εἶδος ἀφηγήσεων γιὰ ἰάσεις ποὺ πραγματοποίησε, ἀφηγήσεις οἱ ὁποῖες ἀποπνέουν τὴν ἀδιατάρακτη βεβαιότητα ὅτι ἡ ὑγεία ἀποτελεῖ ὕψιστη ἀξία καὶ ὅτι βασικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἀποκατάστασή της. Στὴν ὀπτικὴ αὐτή, ὅποιος ἔχει ἢ ἀποκτᾶ σωστὴ σχέση μὲ τὸν Θεό, γιατρεύεται. Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ ταυτίζεται μὲ τὴν ἴαση, ἡ ὁποία καὶ ὑπονοεῖται ὡς τὸ μονότερμα τῆς εὐσέβειας. Μοιραῖα, λοιπόν, σὲ ἀφηγήσεις τέτοιας λογῆς, δὲν παίζει ρόλο γὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Πορφύριος ἦταν ἀπίστευτα ἀσθενὴς καὶ ὅτι παρέμεινε ἀθεράπευτος μέχρι τέλους! Κατὰ τὴν ταπεινή μου ἄποψη εἶναι φανερὸ ὅτι γιὰ μεγάλα ρεύματα τῆς τρέχουσας θρησκευτικότητας, ἡ ἀπουσία ἀποτελεσματικότητας, ἀποτελεῖ σκάνδαλο. Γι’ αὐτὸ ἀποθεώνεται ἡ ἴαση, καὶ μαζὶ μ’ αὐτὸ ἀφθονοῦν καὶ οἱ θριαμβολογίες γιὰ τεκνογονία, γιὰ ἐπιτυχία σὲ σχολικὲς ἐξετάσεις, γιὰ ἀντιμετώπιση οἰκονομικῶν προβλημάτων, γιὰ ἀπόκτηση εὐμάρειας, γιὰ κοινωνικὴ ἄνοδο! Κατὰ τὴν ταπεινή μου ἄποψη, τὸ Gospel of Health and Wealth ἔχει μπεῖ γιὰ τὰ καλὰ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή.

Πῶς, ἄραγε, χειριζόταν ὁ Πορφύριος τέτοιες ἀντιλήψεις; Κατὰ πόσο, δηλαδή, τὶς ἀνεχόταν, τὶς διόρθωνε ἢ τὶς ὑπέθαλπε; Δὲν δύναμαι νὰ πῶ. Ἡ αἴσθησίς μου πάντως εἶναι ὅτι οὐδαμῶς ἀποθέωνε τὴν ὑγεία. Ἀποθέωνε τὴν ἀγάπη. Αὐτὴ ἦταν τὸ μήνυμά του - ὄχι οἱ θεραπεῖες καθαυτές. Ἔμεινε ἀθεράπευτος, ὅπως ὁ Παῦλος δὲν ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὸν σκόλοπά του καὶ ὅπως ὁ Μωυσῆς δὲν εἰσῆλθε στὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας - καὶ ἦταν ἀμφότεροι θεόπτες! Εἶναι ἅγιοι ποὺ βρίσκονται στὸ ὕψος τῆς σχέσης μὲ τὸν Θεὸ γυμνῆς καὶ καθαρῆς, γιὰ χάρη τῆς ἴδιας τῆς ἀγάπης τοῦ ἀγαπημένου, κι ὄχι χάρη σὲ ὁποιαδήποτε ἐνδοκοσμικὴ εὐεργεσία ἐκ μέρους του. Γι’ αὐτὸ στὴ βιωτὴ τοῦ Πορφυρίου εἶναι ἔντονο ἕνα στοιχεῖο ποὺ μοιάζει μὲ ἀντίφαση: Προσευχόταν γιὰ τρέχοντα προβλήματα χιλιάδων ἀνθρώπων, κι ὅμως ταυτόχρονα θεωροῦσε ὅτι ἐκβιάζουμε τὸν Θεὸ ὅταν τοῦ ζητᾶμε νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὰ προβλήματά μας! «Τὸ τέλειο», ἔλεγε, «εἶναι νὰ μὴν προσευχόμαστε γιὰ τὴν ὑγεία μας. Νὰ μὴν εὐχόμαστε νὰ γίνομε καλά, ἀλλὰ νὰ γίνομε καλοί». Αὐτὸ ποὺ προσωπικὰ καταλαβαίνω εἶναι ὅτι ὁ Πορφύριος δὲν προσπερνοῦσε τὰ ἀνθρώπινα προβλήματα, ὄχι ἐπειδὴ νοοῦσε τὴ λύση τους ὡς αὐταξία ἢ ὡς θρησκευτικὴ ἐπικύρωση, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔβλεπε τὸν κίνδυνο νὰ διαλυθεῖ ψυχικὰ ὅποιος θὰ καθηλωθεῖ στὸν πόνο του καὶ θὰ ἐγκλωβιστεῖ στὴ στέρησή του. Τὸ θεμέλιο, ὅμως, αὐτῆς τῆς στάσης εἶναι ἀκριβῶς ἡ θέση του «νὰ μὴν εὐχόμαστε νὰ γίνομε καλά, ἀλλὰ νὰ γίνομε καλοί». Εἶναι θέση ποὺ ἀκούγεται ἀκραία καὶ μοιάζει νὰ παραθεωρεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶχε τρὶς ζητήσει τὴν ἴασή του. Προφανῶς, ὅμως, αὐτὸ ποὺ ἤθελε νὰ κάνει ὁ Πορφύριος μὲ τὴν πολύτιμη αὐτὴ διατύπωση, ἦταν νὰ καταστήσει σαφὲς τὸ κέντρο βάρος στὸ ἀξιακὸ σύστημα τοῦ πιστοῦ. Διότι τὸ ζήτημα ἔγκειται ὄχι στὸ ὅτι διάφορα στοιχεῖα καὶ διάφορα ἀγαθὰ ἀπαρτίζουν τὴν ἀνθρώπινη ζωή, ἀλλὰ στὸ ποιὸ εἶναι τὸ κέντρο βάρους της! Ἔχω τὴν αἴσθηση πὼς ἡ ἀποθέωση τῆς ὑγείας καὶ τῶν κοινωνικῶν, ἀστικῶν ἀξιῶν, δημιουργοῦν ἕνα εἶδος ἐγκόσμιας ἐσχατολογίας, ἡ ὁποία παραβλέπει ὅτι ἡ ἱστορία εἶναι ἕνας ἀδιάκοπος πόλεμος μεταξὺ ζωῆς καὶ φθορᾶς καὶ ὅτι ἡ ἔκβασή του βρίσκεται στὴν ἐσχατολογικὴ Βασιλεία, ἡ ὁποία ὅμως ἔχει κριτήριο τὴν ἀγάπη - ὄχι τὴ μακροημέρευση, τὴν κοινωνικὴ ἐπιτυχία κ.λπ. Αὐτὸς ὁ ἰδιότυπος ἀσκητικὸς ἀναρχισμὸς σχετικοποιεῖ τὰ πάντα καὶ δίνει ἀποφασιστικὴ σημασία στὸν προσανατολισμὸ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Κι ἔτσι, ὅπως τὸ ἀθεράπευτο τοῦ Πορφυρίου συνήθως δὲ γίνεται πηγὴ θεολογίας, ἔτσι καὶ στὶς θριαμβολογικὲς ἀφηγήσεις τῶν ἰάσεων δὲν ἀπομένει χῶρος γιὰ τὸ μυστήριο, γιὰ τὸ θαῦμα τοῦ νὰ μὴν ἔρχεται τὸ θαῦμα: γιὰ τὶς ἄπειρες περιπτώσεις ὅπου ἡ πίστη ἄνθισε δίχως νὰ ἀρθεῖ ἡ ἀρρώστια, δίχως νὰ τερματιστεῖ ἡ ἀτεκνία καὶ δίχως νὰ ἀποφευχθεῖ ὁ ἀδόκητος θάνατος.

Ὁ Πορφύριος ἀποκαλεῖται «Καυσοκαλυβίτης», ἀπὸ τὴν πνευματική του γενέτειρα, τὰ Καυσοκαλύβια τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἀπὸ πλευρᾶς τοῦ τόπου ποὺ διακόνισε, θὰ μποροῦσε κάλλιστα νὰ ἀποκαλεῖται «Ὁμονοιάτης» (ἀπὸ τὴν κεντρικὴ πλατεία τῆς Ἀθήνας, ὅπου ἔζησε ἐπὶ χρόνια) ἢ «Ἀττικοκαλυβίτης». Κι ὅμως, Καυσοκαλυβίτης παρέμεινε πάντα, ὄχι ἁπλῶς ὑπὸ τὴν ἔννοια ὅτι θέλησε νὰ πεθάνει στὸ κελλὶ τῆς προέλευσής του, ἀλλὰ πρωτίστως ὑπὸ τὴν ἔννοια τοῦ τρόπου ζωῆς. Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἐπίγειου βίου του πυρπόλυσε τὴν ἀπολυτοποίηση κάθε ἐγκόσμιας καλύβας, κάθε ἀξίας ποὺ τείνει νὰ αὐτονομηθεῖ σὲ αὐταξία. Ἀλλὰ καὶ στὴν ἔσχατη στιγμή του τόλμησε νὰ «πυρπολήσει» ἀκόμα καὶ τὸ ἴδιο του τὸ σκήνωμα: Φρόντισε νὰ μείνει ἄγνωστος ὁ τόπος ὅπου ἀναπαύονται τὰ ὀστά του.

«Ζήτησε νὰ ταφῆ στὸν τάφο ὅπου εἶχαν βάλει νωρίτερα ἕνα χοντρὸ καὶ γελαστὸ μοναχό, γιὰ νὰ πάρει κάτι ἀπὸ τὴν ἁγιότητά του. Μετὰ τὴν ἐκταφὴ τοῦ πατρὸς Πορφυρίου, ἐτάφη στὸν ἴδιο χῶρο ὁ Γέροντας παπα-Νικάνωρ. Ἔγινε ἤδη καὶ ἐκείνου ἡ ἐκταφή. Τώρα δὲν θὰ βρῆς πουθενὰ προσωπικὸ τάφο τοῦ Γέροντα Πορφυρίου. Καὶ τὰ ὀστά του χάθηκαν, κατὰ τὴν παραγγελία του, στὸ δάσος τῆς Κερασιᾶς» (ἀρχιμ. Βασίλειος, προηγούμενος τῆς μονῆς Ἰβήρων, «Ὁ Γέροντας Πορφύριος ὡς Ἁγιορείτης», Ὁρόσημο ἁγιότητος, σ. 78).

Οἱ κορυφαῖες μαρτυρίες γιὰ τὸν καυσοκαλυβιτισμό του εἶναι, κατὰ τὴν ταπεινή μου ἄποψη, δύο:

Ἀφενὸς ἡ δική του ἐξομολόγηση, σχετικὰ μὲ τὴν ἔγνοια καὶ τὴν ἐπίγνωσή του ὅτι πλῆθος ἀνθρώπων ποὺ ὄντως κήρυξαν καὶ ὄντως θαυματούργησαν στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, θὰ ἀποδειχθοῦν στὸ τέλος ἄσχετοι πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ θὰ ἀκούσουν τὰ φοβερὰ λόγια του «οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς. ἀποχωρεῖτε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν» (Ματθ. 7: 23-23). Αὐτὴ ἡ πολύτιμη ἔγνοια τσακίζει κάθε γραφειοκρατικὴ κατανόηση τῆς Ἐκκλησίας, τσακίζει κάθε ναρκισσιστικὴ ἄσκηση τῆς θεολογίας, τσακίζει τὴν ἑωσφορικὴ σιγουριὰ πὼς ὅ,τι φέρει ἐκκλησιαστικὴ προσωνυμία ἀποτελεῖ τάχα ἀναπόδραστα γεγονὸς κατὰ Θεόν. Ἀντιθέτως, θέτει τὰ πάντα στὴν ἔσχατη κρίση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ τὴν εὐαγγελικὴ ἀβεβαιότητα ὁ Πορφύριος τὴν ἀντιμετώπιζε μὲ ὅ,τι εὐαγγελικότερο: μὲ τὴν ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγάπη καὶ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Ἡ δεύτερη μαρτυρία (στὴν πραγματικότητα, μιὰ ἐκδήλωση τῆς μόλις προαναφερθείσας ἐπίγνωσής του) εἶναι ἡ συνταρακτικὴ στιχομυθία ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ μακαριστὸς ἰατρός του Γεώργιος Παπαζάχος. Μιὰ μαρτυρία ποὺ ἀποτελεῖ ἀληθινὸ εὐαγγέλιο καὶ ποὺ θὰ ἀρκοῦσε ἀπὸ μόνη της, ἀκόμα κι ἂν ὅλες οἱ ἄλλες μαρτυρίες χάνονταν, γιὰ νὰ μᾶς ὑποψιάσει γιὰ τὰ ἀβάσταχτα μονοπάτια τῆς ἁγιότητας. Εἶναι ἡ στιχομυθία ὅπου ὁ Πορφύριος φανέρωσε ὅτι ἡ μεγάλη παγίδα εἶναι ὄχι ἁπλῶς ἡ ἔλλειψη τῶν ἀρετῶν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιες οἱ ἀρετές, οἱ ὁποῖες, κατὰ ἕναν περίεργο καὶ ἀντιφατικὸ τρόπο, μποροῦν νὰ ὀρθωθοῦν ἀνάμεσα στὸν ἄνθρωπο καὶ στὸν Θεό!

«Ἕνα ἀπόγευμα μοῦ τηλεφώνησε στὸ ἰατρεῖο, ἀκριβῶς μετὰ τὴν ὑπερβολικὴ ἐκδήλωση ἀγάπης ἑνὸς ζεύγους ἀσθενῶν μου ποὺ περιποιήθηκα. Μεταφέρω τὰ λόγια του: «Γιωργάκη, εἶμαι ὁ γέροντας. Ἐμεῖς οἱ δύο θὰ πᾶμε μαζὶ στὴν κόλαση. Θὰ ἀκούσουμε: ‘Ἄφρον, ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ… Τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου ἀπήλαυσας, ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;’. Τὸν διέκοψα: «Τί ἀπολαύσαμε, Γέροντα, σ’ αὐτὴ τὴ ζωή; Τὸ σαράβαλο αὐτοκίνητο, τὸ ἄδειο βιβλιάριο ἢ τὸν ἀνύπαρκτο ὕπνο μας;». Ἀπάντησε ἀπότομα: «Τί εἶναι αὐτά, ποὺ λές; Δὲν σοῦ λέει ὁ κόσμος: Τί καλὸς γιατρὸς ποὺ εἶσαι; Μᾶς ἀγαπᾶς, μᾶς φροντίζεις, δὲν μᾶς γδέρνεις. Καὶ σὺ τὰ ἀποδέχεσαι, τὰ χάφτεις. Ἔ! τὸν ἔχασες τὸν μισθό σου. Τὸ ἴδιο παθαίνω καὶ ἐγώ. Μοῦ λένε πὼς ἔχω ‘χαρίσματα’, πὼς μπορῶ νὰ τοὺς ἀκουμπήσω καὶ νὰ κάνω θαύματα, πὼς εἶμαι ἅγιος. Καὶ τὰ χάφτω, ὁ ἀνόητος καὶ ἀδύναμος. Ἔ! Γι’ αὐτὸ σοῦ εἶπα ὅτι μαζὶ θὰ πᾶμε στὴν κόλαση! «Ἂν εἶναι νὰ πᾶμε μαζί», τοῦ ἀπάντησα, «πᾶμε καὶ στὴν κόλαση!». Κι ἐκεῖνος ἔκλεισε τὸ τηλέφωνο λέγοντας: «Ἐγὼ σοῦ μιλάω σοβαρὰ καὶ σὺ πάντα ἀστειεύεσαι. Καλὴ μετάνοια καὶ στοὺς δυό μας».

 

Θανάση Ν. Παπαθανασίου Ἕνας ἡσυχαστὴς τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν καρδιὰ τῆς πόλης: π. Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ (Τριμηνιαία ἔκδοση σπουδῆς στὴν Ὀρθοδοξία), τεύχος 117, Ἰανουάριος-Μάρτιος 2011, σελ. 62-64.

 

ΜΕΡΟΣ Α΄

ΜΕΡΟΣ Β΄

ΜΕΡΟΣ Γ΄

ΜΕΡΟΣ Δ΄

ΜΕΡΟΣ Ε΄

ΜΕΡΟΣ ΣΤ΄

 

Θερμὲς εὐχαριστίες στὸν ἀρχισυντάκτη τοῦ περιοδικού ΣΥΝΑΞΗ, κ. Θανάση Παπαθανασίου, γιὰ τὴν ἄδεια δημοσίευσης τοῦ ἄρθρου.


----------------------------

Πληροφορίες γιὰ τοὺς τίτλους τῶν Ἐκδόσεων τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου μπορεῖτε νὰ βρεῖτε ἐδῶ