Ἡ θεολογικὴ μελέτη τῆς ζωῆς καὶ τῆς διδασκαλίας συγχρόνων προσώπων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ στερεώματος εἶναι μιὰ ἰδιότυπη ἄσκηση. Θὰ τὴν ὀνόμαζα «ἄσκηση στὴ συνάντηση μὲ τὸ σήμερα», ὑπὸ τὴν ἔννοια ὅτι πασχίζεις νὰ διακρίνεις ποιὰ ρεύματα συνθέτουν τὴν τρέχουσα συγκυρία, νὰ ἀφουγκραστεῖς τί ἰδιαίτερο κομίζει κάθε παρουσία, νὰ διαγνώσεις συγκλίσεις καὶ ἀποκλίσεις, νὰ νοήσεις τὴ θεολογία ὡς ζωντανὴ πράξη. Ὅλα αὐτὰ ἔχουν κόπο ἄσκησης στὴ μαθητεία καὶ στὴν εὐθυκρισία, κόπο στὸν ὁποῖον ὑποχρεοῦνται μὲν ὅλοι οἱ βαπτισμένοι, ἀλλὰ τὸν ὁποῖον ἀντιστρατεύεται ὁ μορφέας τῶν μονομερειῶν καὶ τῆς αὐτοδικαίωσης.
Ὁμολογῶ ὅτι τὴν πρόσκληση γιὰ πραγμάτευση τοῦ θέματος τὴν ἀποδέχτηκα μὲ ἀμφιθυμία: Ἀπὸ τὴ μιά, βλέπω τὸ ἐν λόγω θέμα ὡς πρόκληση γοητευτική, καθ’ ὅσον σχετίζεται μὲ διαχρονικὰ ζητήματα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀποστολῆς. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὸ νιώθω ὡς διακινδύνευση, ὡς ψηλάφηση πραγμάτων ποὺ μὲ ξεπερνοῦν. Σχετίζεται, μάλιστα, μὲ μιὰν ἐπιπλέον ἰδιαίτερη δυσκολία. Ὁ γέροντας Πορφύριος (1906-1991) δὲν δημοσιοποίησε σχεδὸν κανένα δικό του γραπτὸ κείμενο. Στὴ διάθεσή μας ἔχουμε μαρτυρίες αὐτοπτῶν καὶ αὐτηκόων, οἱ ὁποῖες, ὅμως, φυσικῷ τῷ λόγῳ, ἐμφανίζουν ἐξαιρετικὴ ἀνομοιογένεια. Μιὰ σφαιρικὴ ἀνάγνωσή τους δίνει τὴν αἴσθηση ὅτι σὲ κάποιες ἐξ αὐτῶν ὄντως ἀποτυπώνεται ἡ ὀπτικὴ τοῦ γέροντα, σὲ ἄλλες, ὅμως, ὅτι γενικεύονται ἀδιάκριτα θέσεις τὶς ὁποῖες ὁ ἴδιος διατύπωσε κατὰ περίπτωση ἢ (ἀκόμη χειρότερα) ὅτι τὰ λόγια του χρησιμοποιοῦνται ἔτσι ὥστε ἁπλῶς νὰ ἐπιβεβαιώνουν πεποιθήσεις τοῦ ἀφηγητῆ.
Προσώρας δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κάτι γι’ αὐτό, πέρα ἀπὸ σεβαστικὴ θεολογικὴ δουλειά, ἡ ὁποία θὰ μπορέσει, ἴσως, σὲ βάθος χρόνου, νὰ δείξει τί ἀντέχει καὶ τί ὄχι. Καὶ πάλι, δηλαδή, μὲ ἄσκηση ἔχουμε νὰ κάνουμε, γιὰ τὴν ὁποία καὶ εὐχόμαστε νὰ μὴν ἀστοχήσουμε δραματικά!
ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ή … ΑΦΙΞΗ;
Εἶναι πλῆθος οἱ ἅγιοι στοὺς ὁποίους ἀναφερόταν (σὲ διάφορες εὐκαιρίες καὶ μὲ ποικίλες ἀφορμὲς) ὁ γέροντας Πορφύριος. Νομίζω, ὅμως, ὅτι μποροῦμε νὰ σταθοῦμε εἰδικὰ σὲ τρεῖς: στὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Καυσοκαλυβίτη τοῦ 5ου αἰώνα, τὸν ἅγιο Πορφύριο Γάζης τοῦ 5ου αἰώνα καὶ τὸν ἅγιο Ἀνδρέα Κρήτης τοῦ 8ου αἰώνα. Στὴ σχέση τοῦ π. Πορφυρίου μαζί τους ἀποκαλύπτεται, ἴσως, ἡ λεπτὴ διελκυστίνδα συγκλίσεων καὶ ἀποκλίσεων, ἡ ὁποία, ὅπως εἴπαμε, συμβάλλει στὴ διαμόρφωση τοῦ σήμερα.
Κατ’ ἐπανάληψη ὁ π. Πορφύριος ὁμολόγησε τὴ μεγάλη του ἀγάπη γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Καλυβίτη, ἡ ὁποία τοῦ γεννήθηκε ὅταν, σὲ ἡλικία δώδεκα περίπου ἐτῶν, πρωτοδιάβασε τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου. Στὸ Ἅγιο Ὄρος ἀνέβηκε, καὶ μάλιστα σὲ ἄγουρη ἡλικία, ἀκριβῶς μὲ τὸν πόθο νὰ μιμηθεῖ τὸν ἅγιο. Ἀλλά, ποιὰ ἦταν ἡ πολιτεία τοῦ Ἰωάννη τοῦ Καλυβίτη; Σύμφωνα μὲ τὸ συναξάρι του, δωδεκάχρονος ὄντας ὁ Ἰωάννης στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀρνήθηκε τὶς προοπτικὲς μιᾶς λαμπρῆς καριέρας, ἐγκατέλειψε κρυφὰ τὸ πατρικό του σπίτι καὶ ἔγινε μοναχὸς στἢν περίφημη μονὴ τῶν Ἀκοιμήτων. Ἐκεῖ ὁ διάβολος τὸν ὠθοῦσε νὰ ἐγκαταλείψει τὴ μοναχικὴ ζωή, ἐξάπτοντας τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς γονεῖς του. Γιὰ νὰ ἀντέξει αὐτὸ τὸν πειρασμό, ὁ Ἰωάννης ἐπέστρεψε μὲν στὸ πατρικό του, ἐπέστρεψε ὅμως ὡς ἄγνωστος ἐπαίτης μοναχός. Οἱ γονεῖς του δὲν τὸν ἀναγνώρισαν, καὶ τοῦ ἐπέτρεψαν νὰ χτίσει μιὰ εὐτελῆ καλύβα κοντὰ στὴν εἴσοδο τοῦ σπιτιοῦ τους. Ἐκεῖ ἔζησε ἀσκητικὰ ἐπὶ τρία χρόνια καί, λίγο πρὶν κοιμηθεῖ, ἀποκάλυψε τὴν ταυτότητά του στὴ μητέρα του.
Ἐδῶ ὑπάρχει κάτι ἀξιοπρόσεκτο. Κοινὸ στοιχεῖο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Καλυβίτη καὶ τοῦ γέροντα Πορφυρίου εἶναι ἀφενὸς ὁ πόθος γιὰ ἀναχώρηση ἀπὸ τὴν κοινωνία, καὶ ἀφετέρου ἡ ἀκύρωση τῆς ἀναχώρησης. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης παρέμεινε μὲν ἀσκητὴς μέχρι τέλους, ὅμως ξαναεισῆλθε στὴν κοινωνία ποὺ εἶχε ἀφήσει. Παρόμοια, ὁ Πορφύριος κράτησε μὲν μέχρι τέλους τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸ ἁγιορείτικο κελλί του, τὸ ἄφησε, ὅμως πρὶν γίνει εἴκοσι ἐτῶν. Τὰ ἑξηνταπέντε ἀπὸ τὰ ὀγδονταπέντε χρόνια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του τὰ ἔζησε στὴν κοινωνία. Ὡστόσο, ὁ Πορφύριος κομίζει κάτι τὸ ὁποῖο ὑπερβαίνει τὰ μέτρα τοῦ Καλυβίτη. Ὁ ἴδιος ἀφηγήθηκε ὅτι, ἐνόσω μόναζε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔνιωσε σφοδρὴ τὴν ἔγνοια γιὰ τοὺς γονεῖς του καὶ γιὰ ἕναν ξάδερφό του, χάριν τοῦ ὁποίου σκεφτόταν νὰ ταξιδέψει στὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὸν πάρει μαζί του, στὴν εὐτυχία τοῦ Ὄρους. Τὶς σκέψεις αὐτές, ὅμως, ὁ ἴδιος ὁ Πορφύριος καὶ οἱ πνευματικοί του τὶς ἀπέκρουσαν ὡς πειρασμό. Ἡ ἐπιστροφὴ στὸν κόσμο ἀποκλείστηκε. Κι ὅμως, αὐτὸ ποὺ συνέβη στὴ συνέχεια (ὡς πρωτοβουλία τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν ἀφήγηση τοῦ π. Πορφυρίου), ἦταν τὸ ἀδιανόητο -αὐτὸ ποὺ ποτὲ δὲν φανταζόταν ὁ ἴδιος: ἡ ὁριστικὴ ἐγκατάλειψη τοῦ Ὄρους, χάριν τοῦ κόσμου. Ὄχι, ὅμως, χάριν τῶν κατὰ σάρκα συγγενῶν του, ἀλλὰ χάριν ὅλων τῶν ἀνθρώπων, δηλαδὴ χάριν ἐκείνων μὲ τοὺς ὁποίους τὸν συνέδεε ὄχι ἕνα γεγονὸς βιολογίας (ἡ συγγένεια τοῦ αἵματος), ἀλλὰ ἕνα ἅλμα στὴν ἐλευθερία: ἡ ἀγάπη. Στὸν π. Πορφύριο ἀνήκει ἡ συγκλονιστικὴ συμβουλὴ πρὸς τοὺς ἐκπαιδευτικούς, δηλαδὴ πρὸς αὐτοὺς ποὺ ἔχουν πλῆθος τέκνων ὄχι κατὰ σάρκα: «Ἡ ἀγάπη σας νὰ εἶναι ἀληθινή. [Τὰ παιδιὰ] νὰ μὴν τ’ ἀγαπᾶτε ἀνθρώπινα, ὅπως κάνουν συνήθως οἱ γονεῖς, δὲν τὰ βοηθᾶτε».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…
Θανάση Ν. Παπαθανασίου Ἕνας ἡσυχαστὴς τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν καρδιὰ τῆς πόλης: π. Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, περιοδικό ΣΥΝΑΞΗ (Τριμηνιαία ἔκδοση σπουδῆς στὴν Ὀρθοδοξία), τεύχος 117, Ἰανουάριος-Μάρτιος 2011, σελ. 50-52.
ΜΕΡΟΣ Α΄
Θερμὲς εὐχαριστίες στὸν ἀρχισυντάκτη τοῦ περιοδικού ΣΥΝΑΞΗ, κ. Θανάση Παπαθανασίου, γιὰ τὴν ἄδεια δημοσίευσης τοῦ ἄρθρου.
----------------------------
Πληροφορίες γιὰ τοὺς τίτλους τῶν Ἐκδόσεων τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου μπορεῖτε νὰ βρεῖτε ἐδῶ