Η παιδαγωγική τέχνη του ήταν ανεπανάληπτη. Δεν ήταν αυταρχική και εξουσιαστική, ώστε να προκαλέσει προσωπικές εξαρτήσεις, προσκολλήσεις και ειδωλοποιήσεις, που συχνά καταλήγουν σε επαναστάσεις ανεξαρτησίας. Δεν ήταν δειλή και εξουθενωτική, ώστε να προκαλέσει ανασφάλειες, φοβίες και άγχη. Δεν ήταν ανθρωποκεντρική, με τις ποικίλες ιδιορρυθμίες, αυθαιρεσίες και αδυναμίες της. Ο Γέροντας δεν καλλιεργούσε την προσωπολατρεία, με τη μορφή της “Γεροντολατρείας”. Δεν επεδίωκε να συνδέσει τους πολυπληθείς επισκέπτες του με το πρόσωπό του, δεν ήθελε να κάνει “πνευματική φατρία”, δεν ήθελε να αποκτήσει “οπαδούς”. Αντίθετα, με τη θεανθρωποκεντρική πορεία του, ζώντας ο ίδιος “εν τω Χριστώ”, προσπαθούσε, με διακριτικό ζήλο, να συνδέσει ολοκληρωτικά τις ανθρώπινες ψυχές με τον Χριστό, να γίνει νυμφαγωγός τους προς τον ουράνιο Νυμφίο, μένοντας ο ίδιος στο περιθώριο και στη σκιά, γιατί γνώριζε ότι μόνον έτσι εξασφαλίζεται η σωτηρία. [Γ 421]
(Ανθολόγιο Συμβουλών Γέροντος Πορφυρίου, σελ. 132, δ΄ έκδ. 2003)