Ὁ Μητροπολίτης Μαυροβουνίου καὶ Παραθαλασσίας κ. Ἀμφιλόχιος Ράντοβιτς, Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Βελιγραδίου γιὰ τὸν Γέροντα Πορφύριο
Κ. Ι.: Λόγια του Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ θὰ χρησιμοποιήσω αὐτὴ τὴ φορά, μιμνησκόμενος τοῦ μεγάλου Γέροντος τῶν ἡμερῶν μας Πορφυρίου: «Τετρωμένος καρδίαν εἰμί· ἐξέτηξε μὲ ὁ ζῆλός σου, ἠλλοίωσέ με ἡ ἀγάπη σου, Δέσποτα. Δέσμιός εἰμι τῷ ἔρωτί σου».
Α.Ρ.: Ὁ Γέρων Πορφύριος ὑπῆρξε μία πολὺ φωτεινὴ προσωπικότητα τῆς ἐποχῆς μας. Γέμιζε τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, ποὺ τὸν πλησίαζαν, μὲ ἐλπίδα καὶ τοὺς ἀνανέωνε πνευματικά.
Τὸν εἶχα γνωρίσει, ὅταν ἔμενε ἀκόμη στὰ Καλλίσια μαζὶ μὲ τὴν ἀδελφή του, τὴ Γερόντισσα Πορφυρία. Στὰ Καλλίσια, ὅπως γνωρίζετε, ὁ Γέρων Πορφύριος εἶχε πάει μετὰ ποὺ ἀφυπηρέτησε ἀπὸ ἱερέας στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου τῆς Πολυκλινικῆς τῶν Ἀθηνῶν καὶ προτοῦ πάει στὸν Ὠρωπό, ὅπου ἀνήγειρε τὸ ἱερὸ γυναικεῖο Ἡσυχαστήριο «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος».
Κάμναμε ἐκεῖ ἀγρυπνίες μὲ διαφόρους θεολόγους τῆς Ἀθήνας καὶ μὲ τὸν πατέρα Βασίλειο Γοντικάκη, ὁ ὁποῖος τώρα εἶναι Καθηγούμενος τῆς ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὁ Γέρων Πορφύριος ἦταν πάντοτε μία πολὺ ταπεινὴ παρουσία, ποὺ ποτὲ δὲν ζήτησε νὰ ἐπιβληθεῖ. Μιλοῦσα μαζί του, μοῦ ἔδωσε συμβουλὲς καὶ μία φορὰ μοῦ εἶπε:
— Ὅταν ὑπηρετοῦσα στὴν Πολυκλινική, ἔβλεπα συχνὰ νὰ συμβαίνει τὸ ἑξῆς. Ἄρχιζε ὁ γιατρὸς νὰ ἐξετάζει τὸν ἀσθενῆ κι ἐκεῖνος διαμαρτυρόταν καὶ τοῦ ἔλεγε ὅτι δὲν ἦταν σ’ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο ποὺ πονοῦσε, ἀλλὰ ἀλλοῦ. Καὶ τοῦ ἔλεγε ὁ γιατρός: «Μπορεῖ ἐσὺ νὰ πονᾶς ἐκεῖ, ἀλλὰ ἀλλοῦ εἶναι τὸ πρόβλημα». Καὶ συνέχιζε ὁ Γέρων Πορφύριος: «Ἔτσι συμβαίνει καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή. Ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα, ἐνῶ ἀλλοῦ βρίσκονται οἱ αἰτίες γι’ αὐτά, ποὺ συμβαίνουν μέσα μας καὶ στὴ ζωή μας».
Κάτι, πού μου ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση, εἶναι τὸ ἑξῆς. Ὅταν ἤμουν Μητροπολίτης Μπανάτου, κάποιοι νέοι ἄνθρωποι ἀπὸ τὴ Σερβία πῆγαν στὸ Γέροντα Πορφύριο. Ἕνα ἀπὸ τὰ ἄτομα τῆς συντροφιᾶς ἔθεσε ἕνα θέμα καὶ ὁ Γέρων Πορφύριος εἶπε:
— Νὰ πᾶς στὸ μοναστήρι, ὅπου εἶναι ὁ πατὴρ Ἀμφιλόχιος Ράντοβιτς. Γύρω ἀπὸ τὸ ναὸ τοῦ μοναστηριοῦ αὐτοῦ ὑπάρχουν τάφοι μὲ κρυμμένα λείψανα ἀσκητῶν ξεχασμένα. Νὰ πᾶς ἐκεῖ, ἔχει εὐλογία αὐτὸ τὸ μοναστήρι.
Ὁ Γέρων Πορφύριος τὰ ἔβλεπε ὅλα αὐτὰ μὲ τὸ διορατικό του χάρισμα, διότι ποτὲ δὲν εἶχε πάει στὰ μέρη ἐκεῖνα. Καὶ πραγματικὰ αὐτὴ ἡ ψυχὴ ἔμεινε καὶ μόνασε σ’ αὐτὸ τὸ μοναστήρι, στηριγμένη ἀκριβῶς ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Γέροντος Πορφυρίου.
Ἄνθρωποι, ὅπως ὁ Γέρων Πορφύριος, μᾶς φανερώνουν καὶ τὸν πραγματικὸ Θεὸ καὶ τὸν πραγματικὸ ἄνθρωπο. Διότι ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη καὶ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ εἶναι οἱ μάρτυρες τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ μέσα στὴ ζωή μας, μέσα στὸ χρόνο καὶ στὸ χῶρο καὶ μέσα στὴν Ἱστορία. «Σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σωζόμεθα. Αὐτὸ τὸ «νέφος» τῶν ἁγίων ὑπῆρχε, ὑπάρχει καὶ θὰ ὑπάρχει ἕως τῆς συντέλειας τοῦ αἰῶνος.